Δικαστική Διανομή

Περιεχόμενα

Δικαστική Διανομή (ΑΚ 799)

Αν δε συμφωνούν όλοι οι συγκύριοι γιά τη λύση της συγκυριότητας με διανομή, κάθε κοινωνός – οροφοκτήτης μπορεί να ζητήσει τη δικαστική διανομή (ΑΚ 799) κατά τις διατάξεις του ΚΠολΔ.

Δικαστική είναι η διανομή που προκαλείται με την άσκηση αγωγής και επέρχεται με την έκδοση δικαστικής αποφάσεως, που διατάζει είτε την αυτούσια διανομή είτε την πώληση με πλειστηριασμό κατά τους όρους του νόμου( ΕφΑθ 4127/2001, ΕλλΔνη 2003 1401. Παπαστερίου, ΕμπρΔ, ΙΙ, § 66, αρ. 150. Παπαστερίου, σε Γεωργιάδη/Σταθόπουλου ΑΚ, άρθρ. 1887 αρ. 39. Ν. Ψούνη, ΚληρΔ3, Ι, σ. 517).

Το δικαστήριο μπορεί να επιλέξει μία από τις παρακάτω, ενδεικτικά αναφερόμενες, μορφές δικαστικής διανομής:

  • Την αυτούσια διανομή, εφόσον είναι εφικτή, με σχηματισμό των μερών με κλήρωση ή χωρίς κλήρωση (ΑΚ 800).
  • Την εκποίηση του κοινού πράγματος είτε με πλειστηριασμό (ΑΚ 801) είτε χωρίς αυτόν, και τη διανομή του προϊόντος της εκποιήσεως. Στην περίπτωση αυτή η εκποίηση μπορεί να συμφωνηθεί είτε προς ένα ή περισσότερους συγκυρίους είτε προς τρίτο ή τρίτους.
  • Τη μερική αυτούσια διανομή του κοινού και τη μερική εκποίηση του υπολοίπου.
  • Το σχηματισμό περισσότερων μικρότερων ομάδων από κοινωνούς – συγκυρίους στο πλαίσιο της ενιαίας συγκυριότητας.
  • Τη μερική λύση της συγκυριότητας, οπότε η συγκυριότητα παραμένει στο υπόλοιπο μέρος του κοινού πράγματος.

Σύμφωνα με την υπ’ αριθ. ΑΠ 115/2011 ««…Κατά μεν το άρθρο 800 ΑΚ, η διανομή γίνεται αυτουσίως, αν το αντικείμενο ή τα αντικείμενα που πρόκειται να διανεμηθούν είναι δυνατόν χωρίς μείωση της αξίας να διαιρεθούν σε ομοειδή μέρη ανάλογα με τις μερίδες των κοινωνών, κατά δε το άρθρο 480 § 1 ΚΠολΔ το δικαστήριο αποφασίζει την αυτούσια διανομή αν είναι δυνατή η διαίρεση του διανεμητέου σε μέρη ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών, δίχως να μειώνεται η αξία του. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 481 αρ. 1 ΚΠολΔ κατά την οποία το δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να διατάξει απόδειξη αν κρίνει ότι η αυτουσία διανομή είναι προδήλως δυνατή, αδύνατη ή ασύμφορη, συνάγεται ότι η κρίση περί αδυνάτου ή ασυμφόρου της αυτούσιας διανομής είναι κρίση περί πραγματικών γεγονότων και γι’ αυτό είναι αναιρετικώς ανέλεγκτη, εκτός αν συντρέχει περίπτωση παραβάσεως των διδαγμάτων της κοινής πείρας ή έλλειψη νομίμου βάσεως κατά το άρθρο 555 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ… Εξ άλλου, προδήλως αδύνατη ή ασύμφορη είναι η αυτούσια διανομή όταν, κατά τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, το διανεμητέο δεν μπορεί να διανεμηθεί σε μέρη ανάλογα με τις μερίδες των κοινωνών χωρίς να μειωθεί η αξία του (…), οπότε διατάσσεται από το δικαστήριο, κατά το άρθρο 484 § 1 ΚΠολΔ η πώλησή του με πλειστηριασμό…»

Δικαίωμα γιά Δικαστική Διανομή

Το δικαίωμα γιά δικαστική διανομή εισάγεται με το ΑΚ 799, σύμφωνα με το οποίο «Αν δεν συμφωνούν για τη διανομή όλοι οι κοινωνοί, κάθε κοινωνός μπορεί να απαιτήσει δικαστική διανομή κατά τις διατάξεις της πολιτικής δικονομίας».

Το δικαίωμα γιά δικαστική διανομή ασκείται με την αγωγή διανομής, που έχει ως αίτημα τη διανομή του κοινού πράγματος.

Η αγωγή διανομής είναι διαπλαστική, μικτή και καταχωριζόμενη στα κτηματολογικά φύλλα.

Η αγωγή διανομής έχει διπλό χαρακτήρα, κρίση που απορρέει από το ότι κάθε κοινωνός είναι συγχρόνως «ομόδικος και αντίδικος των υπόλοιπων συγκοινωνών».

Αίτημα της αγωγής διανομής είναι αφενός η αναγνώριση του δικαιώματος του ενάγοντος συγκυρίου να ζητήσει τη λύση της συγκυριότητας, αφετέρου να γίνει η διανομή από το δικαστήριο. Δεν είναι απαραίτητο να περιέχεται στο αίτημα της αγωγής ότι η λύση της συγκυριότητας θα γίνει με αυτούσια διανομή ή με πώληση με πλειστηριασμό. Αυτό εντάσσεται στις αρμοδιότητες του δικαστηρίου, που δε δεσμεύεται από τις επιλογές των αντιδίκων ΑΠ 981/2002, ΕλλΔνη 44 (2003) 1294-1295. Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Ορφανίδης), ΚΠολΔ Ι (2000) 478 αρ. 13. Νίκας, ΠολΔ, ΙΙ, § 107, αρ. 3, σ. 809. Λ. Πίψου, ΔικΔιαν, σ. 96-97.

«…αίτημα της αγωγής διανομής κοινού πράγματος αποτελεί η λύση της κοινωνίας που υπάρχει επ’ αυτού, ο δε τρόπος λύσεως της κοινωνίας, δηλαδή το αν η λύση αυτής θα γίνει με αυτούσια διανομή ή με πώληση με πλειστηριασμό, δεν περιλαμβάνεται αναγκαίως στο αίτημα της αγωγής διανομής, αλλά ανήκει στις εξουσίες του δικαστηρίου…» ΑΠ 106/2013, ΝΟΜΟΣ. ΑΠ 913/2011, ΕΠολΔ 2012 171. ΠΠρΘεσ 6293/2012, ΝΟΜΟΣ. ΜΠρΔvδ 61/2012, ΝΟΜΟΣ.

Η αγωγή διανομής μπορεί να ασκείται μόνον από τον ψιλό κύριο ή από κοινού από τον ψιλό κύριο και τον επικαρπωτή. Αλλιώς, μόνον από τον επικαρπωτή δεν μπορεί να ασκηθεί, αφού αυτός δεν ανήκει στους οροφοκτήτες, που έχουν το δικαίωμα λύσης της οροφοκτησίας.

Η δικαστική διανομή προϋποθέτει την άσκηση διαπλαστικής αγωγής, η οποία εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων και δικάζεται κατά την τακτική διαδικασία  και συνεπώς η σχετική απόφαση υπόκειται στα συνήθη ένδικα μέσα, η άσκηση και εκδίκαση των οποίων διεξάγεται κατά τις γενικές διατάξεις του ΚΠολΔ.