Προσβολή της προσωπικότητας

Περιεχόμενα

Προσβολή της προσωπικότητας

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 57 εδ. α’ και γ’ ΑΚ « Όποιος προσβάλλεται
παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η
προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον … Αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα
με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται ».


Ως « προσβολή της προσωπικότητας » θεωρείται κάθε διατάραξη από πράξεις
τρίτων των επιμέρους εκφάνσεων αυτής, όπως είναι η εικόνα του προσώπου, η
τιμή, η υπόληψη, το απόρρητο της ιδιωτικής ζωής, η πίστη, το επάγγελμα, η
ελευθερία αναπτύξεως επαγγελματικής, οικονομικής, επιστημονικής
δραστηριότητας ( ΑΠ 726/2015, ΑΠ 69/2013, ΑΠ 1279/2011 δημοσιευμένες εις
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών « ΝΟΜΟΣ » }.


« Παράνομη » είναι η προσβολή της προσωπικότητας, όταν η βλαπτική
συμπεριφορά του τρίτου αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου,
ο οποίος προστατεύει δικαίωμα ή συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος,
δύναται δε να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή παράλειψη οφειλομένης ενεργείας
από διάταξη νόμου ή από προηγουμένη συμπεριφορά του δράστη ή από
υπάρχουσα έννομη σχέση μεταξύ αυτών ή από την καλή πίστη κατά την κρατούσα
κοινωνική αντίληψη ( ΑΠ 359/2013 δημοσιευμένη εις Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών « ΝΟΜΟΣ » ), το δε στοιχείο του « παρανόμου » υφίσταται και όταν ο
δράστης ασκεί δικαίωμα, το οποίο όμως είναι ελάσσονος σημασίας από πλευράς
εννόμου τάξεως ή ασκείται υπό περιστάσεις, οι οποίες καθιστούν καταχρηστική την
άσκησή του ( ΑΠ 1354/2015 όπ. π. }.


Η αξίωση άρσεως της προσβολής και της παραλείψεως αυτής στο μέλλον δεν
προϋποθέτει υπαιτιότητα του προσβολέα ( αντικειμενική ευθύνη ).
Εάν όμως ζητείται η ικανοποίηση της προκληθείσας ηθικής βλάβης, η επίκληση και
απόδειξη παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς, επαγομένης
 προσβολή της προσωπικότητας, είναι απαραίτητη, τούτο δε ρητά προβλέπεται όχι
μόνο στην προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 57 εδ. γ’ ΑΚ ( η οποία
παραπέμπει στις περί αδικοπραξιών διατάξεις ), αλλά και στη διάταξη του
άρθρου 59 ΑΚ, η οποία ορίζει ότι « Στις περιπτώσεις των δύο προηγουμένων
άρθρων το δικαστήριο με απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει
προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να
καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει
προσβληθεί.

Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε
οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις », και η οποία, κατά την κρατούσα
στη νομολογία άποψη ( ΑΠ 718/2017 δημοσιευμένη εις Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών « ΝΟΜΟΣ », ΑΠ 8/2008′ ΧρΙδΔ 2008 509, ΑΠ 408/2007 ΕλλΔνη 49
201, ΑΠ 1987/2007 ΕλλΔνη 48 500, ΑΠ 1897/2005 ΕλλΔνη 47 851 ), ομοίως
απαιτεί πταίσμα. Η επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως προϋποθέτει σημαντική
προσβολή.


Ο Δικαστής οφείλει να συνεκτιμήσει όλα τα συνοδό περιστατικά και ιδίως την
έκφανση της προσβληθείσας προσωπικότητας, τη βαρύτητα της προσβολής, την
υπαιτιότητα και το βαθμό της, τον τόπο, χρόνο και διάρκεια της προσβολής, το
επάγγελμα, την περιουσιακή κατάσταση και τις συνθήκες ζωής των μερών, την
τυχόν δημοσιότητα κλπ. Η χρηματική ικανοποίηση πρέπει να είναι « εύλογη » και
λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό της και η αρχή της αναλογικότητας ( η
οποία ως γενική αρχή συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 25 του
Συντάγματος και επιβάλλει η απαγγελλόμενη έννομη συνέπεια να τελεί σε σχέση
ανεκτής αναλογίας προς το πραγματικό του οικείου κανόνα δικαίου, ήτοι η σχετική
κρίση να μην υπερβαίνει τα ακραία ανεκτά όρια κατά την κοινή περί δικαίου
συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο – ΟλΑΠ 9/2015 ΧρΙδΔ 2015 575, ΑΠ 90/2017,
159/2017, ΑΠ 302/2016 δημοσιευμένες εις Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «
ΝΟΜΟΣ » ), για δε το κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ ορισμένο της
αγωγής, με την οποία ζητείται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής
βλάβης, αρκεί να αναφέρεται το είδος της προσβολής, η παράνομη πράξη, η οποία
την προκάλεσε, η υπαιτιότητα του προσβαλόντος και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ
της παράνομης και υπαίτιας προσβολής και του επελθόντος βλαπτικού
αποτελέσματος, ενώ δεν απαιτείται αναφορά άλλων ειδικότερων προσδιορισμών,
όπως η έκταση της βλάβης, η βαρύτητα του πταίσματος και οι λοιπές συνθήκες,
όπως η περιουσιακή κατάσταση των μερών, η κοινωνική τους θέση, οι προσωπικές
σχέσεις τους ή ο ποινικός χαρακτήρας της πράξεως, διότι τα στοιχεία αυτά είτε
ανάγονται στην ιστορική βάση της αγωγής είτε αποτελούν περιστατικά, τα οποία
λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του ευλόγου χρηματικού ποσού για την
ικανοποίηση του παθόντος ( ΑΠ 1189/2009 ΝοΒ 57 2402 ).