Ηλεκτρονικό Έγκλημα: Νομικό πλαίσιο και αντιμετώπιση

Περιεχόμενα

Εισαγωγή

Το ηλεκτρονικό έγκλημα (κυβερνοέγκλημα) αποτελεί μια σύγχρονη μορφή εγκληματικότητας που αναπτύσσεται παράλληλα με την εξέλιξη της τεχνολογίας και του διαδικτύου. Η αντιμετώπισή του απαιτεί εξειδικευμένη γνώση και συνεχή προσαρμογή του νομικού πλαισίου στις τεχνολογικές εξελίξεις.

Ορισμός και Μορφές Ηλεκτρονικού Εγκλήματος

Ως ηλεκτρονικό έγκλημα νοείται κάθε αξιόποινη πράξη που τελείται με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων. Περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα παράνομων δραστηριοτήτων, οι οποίες μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως εξής:

1. Εγκλήματα κατά της εμπιστευτικότητας, ακεραιότητας και διαθεσιμότητας των δεδομένων και συστημάτων: Παράνομη πρόσβαση σε συστήματα πληροφοριών (hacking), υποκλοπή δεδομένων (data interception), επιθέσεις άρνησης υπηρεσίας (DDoS attacks), διασπορά κακόβουλου λογισμικού (malware, ransomware, spyware), παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών.

2. Εγκλήματα σχετιζόμενα με υπολογιστές: Απάτη με υπολογιστή (computer fraud), πλαστογραφία με υπολογιστή (computer forgery), κλοπή ψηφιακών δεδομένων και ψηφιακής ταυτότητας (identity theft), ηλεκτρονική υπεξαίρεση (electronic embezzlement).

3. Εγκλήματα σχετιζόμενα με το περιεχόμενο: Διακίνηση παιδικής πορνογραφίας, διάδοση ρατσιστικού και ξενοφοβικού περιεχομένου, διαδικτυακή τρομοκρατία και προτροπή σε τρομοκρατικές ενέργειες, παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων και πειρατεία λογισμικού.

4. Εγκλήματα σχετιζόμενα με την επικοινωνία: Διαδικτυακή παρενόχληση (cyberbullying, cyberstalking), αλίευση δεδομένων (phishing), διαδικτυακή εκβίαση (sextortion), διαδικτυακή χειραγώγηση (grooming).

Νομικό Πλαίσιο στην Ελλάδα

Η αντιμετώπιση του ηλεκτρονικού εγκλήματος στην Ελλάδα βασίζεται σε ένα συνδυασμό διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και ειδικών νομοθετημάτων. Το νομικό πλαίσιο περιλαμβάνει:

1. Διατάξεις του Ποινικού Κώδικα: Άρθρο 370Β ΠΚ: Αφορά την παράνομη πρόσβαση σε συστήματα πληροφοριών ή δεδομένα και την παράνομη υποκλοπή δεδομένων. Άρθρο 370Γ ΠΚ: Αφορά την παράνομη αντιγραφή, χρήση και αποκάλυψη προγραμμάτων υπολογιστών. Άρθρο 370Δ ΠΚ: Αφορά την παράνομη επέμβαση σε συστήματα πληροφοριών ή δεδομένα. Άρθρο 370Ε ΠΚ: Αφορά την παράνομη χρήση συσκευών, προγραμμάτων υπολογιστή και δεδομένων. Άρθρο 386Α ΠΚ: Αφορά την απάτη με υπολογιστή. Σύμφωνα με τον ισχύοντα Ποινικό Κώδικα, η απάτη με υπολογιστή αποτελεί κατά βάση πλημμέλημα, ενώ προσλαμβάνει κακουργηματικό χαρακτήρα μόνο εάν η ζημιά που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ. Αυτό αποτελεί το ενιαίο ποσοτικό κριτήριο για τις κακουργηματικές μορφές των εγκλημάτων κατά της περιουσίας (ΑΠ 562/2020).

2. Ειδικά Νομοθετήματα: Ν. 4624/2019: Για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και την εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR). Ν. 4577/2018: Για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριακών συστημάτων (ενσωμάτωση της Οδηγίας NIS). Ν. 4411/2016: Κύρωση της Σύμβασης της Βουδαπέστης για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο. Ν. 2472/1997: Για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (όπως έχει τροποποιηθεί). Ν. 2121/1993: Για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων.

Ηλεκτρονικά Έγγραφα ως Αποδεικτικά Μέσα

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αποδεικτική αξία των ηλεκτρονικών εγγράφων στο πλαίσιο της διερεύνησης του ηλεκτρονικού εγκλήματος.

1. Ορισμός και Νομική Φύση Ηλεκτρονικών Εγγράφων: Ως ηλεκτρονικό έγγραφο ορίζεται “το σύνολο των δεδομένων που αποθηκεύονται σε έναν υπολογιστή και μπορούν να εμφανιστούν με αναγνώσιμη μορφή στην οθόνη ή να εκτυπωθούν” (ΜονΕφΠειρ 441/2024). Τα ηλεκτρονικά έγγραφα θεωρούνται μηχανικές απεικονίσεις σύμφωνα με το άρθρο 444 § 1γ ΚΠολΔ. Διαφέρουν από τα συνηθισμένα ιδιωτικά έγγραφα στον τρόπο που δημιουργούνται και μεταδίδονται (ΜονΕφΠειρ 472/2024).

2. Αποδεικτική Αξία Ηλεκτρονικών Εγγράφων: Η αποδεικτική αξία των ηλεκτρονικών εγγράφων εξαρτάται από: Γνησιότητα: Αν μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ποιος δημιούργησε το έγγραφο. Ακεραιότητα: Αν μπορούμε να βεβαιωθούμε ότι το περιεχόμενο δεν έχει αλλαχθεί. Αξιοπιστία: Πόσο αξιόπιστη είναι η μέθοδος δημιουργίας και αποθήκευσης. Ηλεκτρονική Υπογραφή: Η ύπαρξη ηλεκτρονικής υπογραφής κάνει το έγγραφο πιο αξιόπιστο.

3. Νομοθετικό Πλαίσιο για τα Ηλεκτρονικά Έγγραφα: Ν. 4727/2020: Περιέχει διατάξεις για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και τα ηλεκτρονικά έγγραφα. Κανονισμός eIDAS (910/2014/ΕΕ): Ρυθμίζει τις ηλεκτρονικές υπογραφές, τις ηλεκτρονικές σφραγίδες και τα ηλεκτρονικά έγγραφα. Άρθρα 443-465 ΚΠολΔ: Ρυθμίζουν την αποδεικτική διαδικασία και την αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων.

Ειδικές Περιπτώσεις Ηλεκτρονικών Εγγράφων

Μηνύματα SMS

Τα γραπτά μηνύματα (SMS) θεωρούνται κι αυτά ηλεκτρονικά έγγραφα, αφού αποθηκεύονται στη μνήμη του κινητού τηλεφώνου. Στα δικαστήρια, τα SMS αντιμετωπίζονται παρόμοια με τις επιστολές, καθώς και τα δύο είναι μορφές γραπτής επικοινωνίας από απόσταση (ΜονΕφΠειρ 529/2021).

Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο (e-mail)

Για να χρησιμοποιήσει κανείς το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) χρειάζεται έναν προσωπικό κωδικό. Η διεύθυνση email του αποστολέα φαίνεται πάντα στο μήνυμα, κάτι που τον κάνει εύκολα αναγνωρίσιμο και δεν επιτρέπει να μπερδευτεί με άλλον χρήστη (ΜονΕφΠειρ 529/2021).

Αρμόδιες Αρχές για την Καταπολέμηση του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος

1. Διεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος Η Διεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας αποτελεί την κύρια αρμόδια αρχή για την καταπολέμηση του ηλεκτρονικού εγκλήματος. Σύμφωνα με το Ν. 5187/2025 (άρθρο 51), η Διεύθυνση έχει ως αποστολή την πρόληψη και καταστολή εγκλημάτων που διαπράττονται μέσω διαδικτύου ή άλλων μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Η Διεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος διαρθρώνεται σε εξειδικευμένα τμήματα: Τμήμα Ασφάλειας Ηλεκτρονικών και Τηλεφωνικών Επικοινωνιών και Προστασίας Λογισμικού και Πνευματικών Δικαιωμάτων: Αρμόδιο για τον χειρισμό υποθέσεων παράνομης διείσδυσης σε υπολογιστικά συστήματα, την κλοπή, καταστροφή ή παράνομη διακίνηση λογισμικού υλικού και ψηφιακών δεδομένων, και τη διενέργεια ψηφιακής και διαδικτυακής έρευνας με τη χρήση σύγχρονου τεχνολογικού εξοπλισμού. Τμήμα Διαδικτυακής Προστασίας Ανηλίκων: Αρμόδιο για την εξιχνίαση και δίωξη των εγκλημάτων που διαπράττονται κατά των ανηλίκων με τη χρήση του διαδικτύου και άλλων μέσων ηλεκτρονικής ή ψηφιακής επικοινωνίας και αποθήκευσης. Τμήμα Δίωξης Διαδικτυακών Οικονομικών Εγκλημάτων: Αρμόδιο για την καταπολέμηση οικονομικών εγκλημάτων και ιδίως εγκλημάτων που τελέστηκαν σε διαδικτυακό περιβάλλον με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και νέων τεχνολογιών. Τμήμα Ειδικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διερεύνησης: Αρμόδιο για τον χειρισμό υποθέσεων σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, καθώς και συμβατικών εγκλημάτων που τελούνται μέσω του διαδικτύου.

2. Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα είναι αρμόδια για την εποπτεία της εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR) και του Ν. 4624/2019. Διαθέτει ελεγκτικές και κυρωτικές αρμοδιότητες σε περιπτώσεις παραβίασης προσωπικών δεδομένων.

3. Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας Η Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας είναι αρμόδια για την εφαρμογή της εθνικής στρατηγικής κυβερνοασφάλειας και τον συντονισμό των αρμόδιων φορέων για την αντιμετώπιση περιστατικών κυβερνοασφάλειας.

4. Εισαγγελικές Αρχές Οι Εισαγγελικές Αρχές έχουν την αρμοδιότητα της ποινικής δίωξης των εγκλημάτων στον κυβερνοχώρο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ορίζονται ειδικοί εισαγγελείς για την αντιμετώπιση του ηλεκτρονικού εγκλήματος.

Διεθνής Συνεργασία

Η καταπολέμηση του ηλεκτρονικού εγκλήματος απαιτεί διεθνή συνεργασία, καθώς η φύση του κυβερνοχώρου υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα. Το διεθνές πλαίσιο συνεργασίας περιλαμβάνει:

1. Διεθνείς Συμβάσεις και Συμφωνίες: Σύμβαση της Βουδαπέστης για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο: Αποτελεί το πρώτο διεθνές νομικό κείμενο που ρυθμίζει τα εγκλήματα που διαπράττονται μέσω του διαδικτύου. Η Ελλάδα έχει κυρώσει τη Σύμβαση με το Ν. 4411/2016. Διμερείς και Πολυμερείς Συμφωνίες: Σύμφωνα με το Ν. 4851/2021 (άρθρο πρώτο), προβλέπεται η εντατικοποίηση της συνεργασίας για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας υψηλής τεχνολογίας, της εγκληματικότητας στον κυβερνοχώρο και του ηλεκτρονικού εγκλήματος, καθώς και της διάδοσης παράνομου περιεχομένου μέσω του διαδικτύου.

2. Συνεργασία με Διεθνείς Οργανισμούς: Europol (EC3): Το Ευρωπαϊκό Κέντρο για τα Εγκλήματα στον Κυβερνοχώρο της Europol παρέχει επιχειρησιακή υποστήριξη και τεχνογνωσία στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Interpol: Η Διεθνής Αστυνομική Οργάνωση διαθέτει εξειδικευμένη μονάδα για το κυβερνοέγκλημα που συντονίζει διεθνείς επιχειρήσεις. ENISA: Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Κυβερνοασφάλεια παρέχει τεχνογνωσία και υποστήριξη στα κράτη-μέλη της ΕΕ.

3. Μηχανισμοί Διεθνούς Συνεργασίας: Αμοιβαία Δικαστική Συνδρομή: Επιτρέπει τη συλλογή και ανταλλαγή πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων μεταξύ κρατών. Κοινές Ομάδες Έρευνας (JITs): Επιτρέπουν τη συνεργασία μεταξύ αρχών επιβολής του νόμου διαφορετικών κρατών για τη διερεύνηση διασυνοριακών υποθέσεων. Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας: Διευκολύνει τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ.

4. Ανταλλαγή Πληροφοριών και Βέλτιστων Πρακτικών: Σύμφωνα με το Ν. 4852/2021 (άρθρο πρώτο), τα συμβαλλόμενα μέρη ανταλλάσσουν πληροφορίες στους τομείς της εκπαίδευσης και κατάρτισης ερευνητών εγκλημάτων στον κυβερνοχώρο, της διερεύνησης του ηλεκτρονικού εγκλήματος και της ψηφιακής εγκληματολογίας.

Προκλήσεις στην Αντιμετώπιση του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος

Η αντιμετώπιση του ηλεκτρονικού εγκλήματος παρουσιάζει σημαντικές προκλήσεις:

1. Τεχνικές Προκλήσεις: Ανωνυμία στο Διαδίκτυο: Οι δράστες μπορούν να κρύψουν την ταυτότητά τους χρησιμοποιώντας ειδικά προγράμματα (VPNs, Tor, κρυπτογράφηση). Διασυνοριακός Χαρακτήρας: Τα εγκλήματα μπορούν να γίνουν από οπουδήποτε στον κόσμο. Ταχύτητα Τεχνολογικής Εξέλιξης: Συνεχώς δημιουργούνται νέες τεχνολογίες που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για εγκληματικούς σκοπούς.

2. Νομικές Προκλήσεις: Δικαιοδοσία: Είναι δύσκολο να αποφασιστεί ποια χώρα έχει δικαίωμα να δικάσει εγκλήματα που γίνονται μέσω διαδικτύου. Συλλογή Αποδείξεων: Είναι δύσκολο να συλλεχθούν και να παρουσιαστούν ψηφιακά αποδεικτικά στοιχεία. Διαφορετικοί Νόμοι: Κάθε χώρα έχει διαφορετικούς νόμους, κάτι που δυσκολεύει τη συνεργασία.

3. Επιχειρησιακές Προκλήσεις: Έλλειψη Ειδικών: Χρειάζονται περισσότεροι ειδικοί στις αστυνομικές αρχές που να καταλαβαίνουν την τεχνολογία. Περιορισμένα Μέσα: Χρειάζονται περισσότερα χρήματα για αγορά σύγχρονου εξοπλισμού και προγραμμάτων. Συνεργασία: Είναι απαραίτητη η συνεργασία με εταιρείες παροχής ίντερνετ και τεχνολογικές εταιρείες.

Το ηλεκτρονικό έγκλημα αποτελεί μια διαρκώς εξελισσόμενη μορφή εγκληματικότητας που απαιτεί εξειδικευμένη γνώση και συνεχή προσαρμογή του νομικού πλαισίου.

Σχετικά Άρθρα

Υπηρεσίες