Μέμψη Άστοργης Δωρεάς

Περιεχόμενα

 Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1835 παρ.1 του ΑΚ, κάθε δωρεά εν ζωή του κληρονομουμένου, η οποία κατά το άρθρο 1831 υπολογίζεται στην κληρονομία , μπορεί να ανατραπεί εφόσον η κληρονομία που υπάρχει κατά το χρόνο θανάτου δεν επαρκεί να καλύψει τη νόμιμη μοίρα. Απο τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 1825 και 1836 ΑΚ , προκύπτει, ότι σε μέμψη υπόκειται κάθε δωρεά σε μεριδούχο στην οποία προέβη ο κληρονομούμενος, όσο ζούσε καθώς και κάθε δωρεά σε μη μεριδούχο (τρίτο) την οποία έκανε ο κληρονομούμενος στα τελευταία δέκα χρόνια πριν από το θάνατό του, εκτός αν την επέβαλαν λόγοι ευπρέπειας ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον. Παραχώρηση χωρίς αντάλλαγμα με άλλο τρόπο, πλην της δωρεάς, αποτελεί κυρίως η γονική παροχή του άρθρου 1509 εδ.δ΄ΑΚ. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη , η παροχή περιουσίας στο τέκνο από τον οποιοδήποτε γονέα του είτε για τη δημιουργία ή τη διατήρηση οικονομικής ή οικογενειακής αυτοτέλειας , είτε για την έναρξη ή την εξακολούθηση επαγγέλματος, αποτελεί δωρεά μόνο ως προς το ποσό που υπερβαίνει το μέτρο, το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η παροχή του γονέα προς το τέκνο του δεν αποτελεί δωρεά , όταν είναι μέσα στα όρια που επιβάλλουν οι περιστάσεις. Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια ότι η γονική παροχή δεν προσβάλλεται ως «άστοργη» έστω και αν θίγει τη νόμιμη μοίρα, αφού κατά τη διάταξη του άρθρου 1835 ΑΚ σε μέμψη υπόκεινται μόνο οι δωρεές. Ως ενδεικνυόμενο από τις περιστάσεις μέτρο θεωρείται το ανάλογο με την οικονομική, κοινωνική και οικογενειακή κατάσταση του γονέα, κατά τη σύσταση της παροχής και μάλιστα τις ανάγκες του τέκνου προς το οποίο γίνεται η παροχή σε σχέση με την οικονομική κατάσταση των άλλων τέκνων του. Γονική παροχή που δεν έγινε για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 1509 εδ.α΄ΑΚ είναι δωρεά στο σύνολό της, κατά το άρθρο 496 ΑΚ. Με τα δεδομένα αυτά , τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι η γονική παροχή είναι δωρεά στο σύνολό της ή μερικώς, δηλαδή ότι υπερβαίνει το μέτρο που επιβάλλουν οι περιστάσεις πρέπει να εκτίθενται στην αγωγή μέμψης από τον ενάγοντα , ο οποίος, επομένως , έχει και το βάρος απόδειξής τους. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει κανένα περιουσιακό στοιχείο στην κληρονομία, τότε η αξία αυτής θα προσδιοριστεί από την αξία που είχε η άστοργη δωρεά κατά το χρόνο που έγινε και το ποσοστό της νόμιμης μοίρας θα υπολογισθεί στην παραπάνω αξία (ΑΠ 1658/2012, ΑΠ 491/2009, ΑΠ 518/2006 δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος).

Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1831 παρ.1  και 1835 του ΑΚ , όπως ισχύουν μετά το ν. 1329/1983, προκύπτει ότι σε μέμψη υπόκειται κάθε δωρεά εν ζωή του κληρονομουμένου. Τέτοια δωρεά, υποκείμενη σε μέμψη, είναι και η, κατ’ άρθρο 1509 ΑΚ, όπως ισχύει μετά το ν. 1329/1983, γονική παροχή, εφόσον υπερβαίνει το επιβαλλόμενο από τις περιστάσεις μέτρο, όπως ρητώς ορίζεται στη διάταξη αυτή. Για την εξειδίκευση του μέτρου αυτού, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ο σκοπός της παροχής, η οικονομική κατάσταση του γονέα, οι οικογενειακές ανάγκες, ο αριθμός των τέκνων, η ηλικία τους και οι ανάγκες του συγκεκριμένου τέκνου. Απορία του τέκνου δεν απαιτείται για τη σύσταση της γονικής παροχής, αλλά μόνο η συνδρομή ανάγκης, υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις του άρθρου 1509 ΑΚ. Αν δεν συντρέχει περίπτωση ανάγκης, τότε η παροχή έχει την έννοια της δωρεάς ( ΑΠ 500/2014 ΑΠ 502/2014 , ΑΠ 1658/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 491/2009 ΕλλΔνη 50,1403, ΑΠ 518/2006 ΝΟΜΟΣ). Το αν η παροχή υπερβαίνει ή όχι το, ως άνω, μέτρο κρίνεται κατά το χρόνο της παροχής ή της υποσχέσεως προς παροχή, κατά τον οποίο γίνεται και ο υπολογισμός της αξίας της δωρεάς (άρθρο 1831 παρ. 1 ΑΚ). Με την αγωγή επιδιώκεται να ανατραπεί η δωρεά, η οποία προστίθεται στην κληρονομιά με την αξία που είχε κατά το χρόνο της παροχής για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας, εφόσον η κληρονομιά που υπάρχει, κατά το χρόνο του θανάτου του δεν επαρκεί για να καλύψει τη νόμιμη μοίρα του ενάγοντος μεριδούχου. Ο συνυπολογισμός παροχών (καταλογιστέων ή μη στη νόμιμη μοίρα του μεριδούχου) χωρεί ανεξάρτητα από τη θέληση του κληρονομουμένου (ΑΠ 1769/2009, ΑΠ 1233/2009, ΑΠ 854/2007, ΑΠ 27/2005, ΑΠ 171/2003 ΝΟΜΟΣ). Εάν η συνεισενεκτέα παροχή είναι συγχρόνως και καταλογιστέα στη νόμιμη μοίρα, τότε καταλογίζεται σ’ αυτήν κατά το μισό της και, κατά το άρθρο 1899 παρ. 2 Α.Κ ., για τον προσδιορισμό της αξίας της συνεισενεκτέας παροχής λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος που έγινε η παροχή (ΕΠατρ 177/2009 ΝΟΜΟΣ). Ενώ, κατά το άρθρο 1832 παρ. 1 ΑΚ , η αξία της κληρονομιάς, εφόσον είναι αναγκαία, βρίσκεται με εκτίμηση. Εξεύρεση της αξίας της κληρονομιάς με εκτίμηση σημαίνει ότι, για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας, ως αξία της κληρονομιάς δεν νοείται η αγοραία αξία, αλλά η πραγματική αξία αυτής, η οποία εξευρίσκεται με εκτίμηση και σε ομαλές οικονομικές συνθήκες συμπίπτει, κατά κανόνα, με την αγοραία αξία (ΑΠ 1233/09 ο.π.). Εάν από το χρόνο της παροχής μέχρι το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, ο οποίος χρόνος είναι και ο κρίσιμος, κατά το άρθρο 1831 ΑΚ, για τον υπολογισμό της αξίας της κληρονομιάς, μεσολάβησε νομισματική έκπτωση, υποτίμηση ή σοβαρή διακύμανση, πρέπει, κατά την καθιερούμενη, από το άρθρο 288 ΑΚ , αρχή της καλής πίστεως, η αξία αυτή του χρόνου της παροχής να υπολογιστεί σε ευρώ της αυτής πραγματικής αξίας, την οποία αυτή είχε κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομούμενου. Η αξία δηλαδή του χρόνου της παροχής θα αναχθεί με βάση την, ως άνω, αρχή του άρθρου 288 ΑΚ στο ισάξιό της κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, αφού ληφθεί υπόψη η αγοραστική αξία της χρυσής λίρας Αγγλίας κατά το χρόνο της παροχής, ακολούθως, κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου και η μεταξύ, τους σύγκριση, αλλά και η στο μεταξύ επελθούσα μεταβολή (αύξηση) του τιμαρίθμου ( ΑΠ 502/2014 ΑΠ 500/2014  ο.π., ΑΠ 874/2011 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1233/09 ο.π., ΑΠ 1176/2002, ΝοΒ 51, 1010, Παπαδόπουλου, “Αγωγές Κληρονομικού Δικαίου”, (Β’ τόμος) 1994, παρ. 23, σελ. 71 επ.). Αίτημα της αγωγής αυτής είναι να ανατραπεί η δωρεά, κατά το μέρος που απαιτείται για να ικανοποιηθεί η νόμιμη μοίρα του μεριδούχου και να υποχρεωθεί ο δωρεοδόχος να αποκαταστήσει, δηλαδή να μεταβιβάσει κατά κυριότητα και νομή στο μεριδούχο τόσο μέρος από τα στοιχεία που δωρήθηκαν, όσο απαιτείται για να καλύψει τη νόμιμη μοίρα (Μπαλή, Κληρονομικό Δίκαιο, έκδ. 5η, §157, I. Σπυριδάκη, “Η Μέμψη Άστοργης Δωρεάς”, 1998, σελ. 60-61, ΕΠατρ 177/2009, ΕΝαυπ 41/2007, ΕΠατρ 463/2003 ΝΟΜΟΣ). Για να βρεθεί το ποσοστό αυτό τίθεται ως αριθμητής του κλάσματος το ποσό της νόμιμης μοίρας που δικαιούται ο μεριδούχος [αφού προηγουμένως αφαιρεθεί η αξία τυχόν καταλειφθέντων σ’ αυτόν ή η αξία του εξ αδιαθέτου μεριδίου του επί των κληρονομιαίων στο τυχόν υπάρχουν κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομούμενου (ΕφΑΘ 65/2000 ΝΟΜΟΣ) και ως παρονομαστής το ποσό της δωρεάς (εφόσον δεν υπάρχει άλλη κληρονομιαία περιουσία) που ανατρέπεται. Ο δεκαδικός αριθμός που εξάγεται από τη διαίρεση παριστά το ποσοστό, το οποίο δικαιούται να λάβει ο μεριδούχος αυτούσιο στο αντικείμενο της δωρεάς, για να λάβει τη νόμιμη μοίρα του. Έτσι, με την απόφαση επί της σχετικής αγωγής, ο δωρεοδόχος υποχρεώνεται να μεταβιβάσει κατά κυριότητα και νομή στο μεριδούχο το, ως άνω, ποσοστό από το δωρηθέν, ώστε να καλυφθεί η νόμιμη μοίρα του (Παπαντωνίου, Κληρονομικό Δίκαιο, έκδ. 5η, σελ. 469-470). Ο δωρεοδόχος, όμως, κατά τη διάταξη του άρθρου 1836 ΑΚ , έχει τη δυνατότητα να αποφύγει την ανατροπή της δωρεάς, καταβάλλοντας ή προσφέροντας το ισάξιο της νόμιμης μοίρας, όταν δε ο δωρεοδόχος ασκήσει το ανωτέρω δικαίωμά του, το δικαστήριο έχει υποχρέωση να ικανοποιήσει το σχετικό αίτημά του και όχι απλή ευχέρεια να πράξει τούτο (ΑΠ 1769/2006, ΕΠατρ 835/2008, ΕΑ 4060/2006 ΝΟΜΟΣ, Παπαντωνίου, ο.π., σελ. 469, I. Σπυριδάκη, ο.π., σελ. 268-69), οπότε και καταδικάζεται διαζευκτικά στην καταβολή τούτου σε ορισμένη προθεσμία και, σε περίπτωση που δεν προβεί σε εμπρόθεσμη καταβολή του ισαξίου, θα προβλέπεται ανατροπή της δωρεάς (Κ. Παπαδόπουλος, ο.π., §64, σ. 158, ΕΑ 8560/2002 ΕλλΔνη 45, 574).

Στη νόμιμη μοίρα κάθε μεριδούχου, όπως προαναφέρθηκε, καταλογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1831 παρ. 2 και 1833 του ΑΚ, κάθε παροχή από ελευθεριότητα που έγινε από τον κληρονομούμενο στο μεριδούχο, αφού, μετά το ν. 1329/1983, αυτή είναι κατά νόμο καταλογιστέα, εκτός αν ο κληρονομούμενος όρισε διαφορετικά. Συνεπώς, όταν δεν υπάρχει διαφορετική βούληση του κληρονομουμένου, στην νόμιμη μοίρα καταλογίζεται και η δωρεά προς το μεριδούχο που έγινε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας, αφού και αυτή δεν παύει να είναι παροχή από ελευθεριότητα, που δόθηκε, δηλαδή, από τον κληρονομούμενο χωρίς νόμιμη υποχρέωση. Ενόψει αυτών, στις προστιθέμενες, κατά το άρθρο 1831 παρ. 2 ΑΚ, στην κληρονομιά παροχές του κληρονομουμένου προς τους μεριδούχους, περιλαμβάνονται οι χωρίς αντάλλαγμα γενόμενες προς αυτούς παροχές, έστω και αν έγιναν από λόγους ευπρέπειας ή από ιδιαίτερο ηθικόν καθήκον. Στις παροχές χωρίς αντάλλαγμα υπάγονται και οι γονικές παροχές (άρθρο 1509 Α.Κ.) οι οποίες συνυπολογίζονται στην κληρονομιά σε όλη τους την έκταση με την αξία που είχαν κατά το χρόνο της παροχής, οποτεδήποτε και αν έγιναν. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, η παροχή περιουσίας στο τέκνο από οποιανδήποτε γονέα του είτε για τη δημιουργία ή τη διατήρηση οικονομικής ή οικογενειακής αυτοτέλειας, είτε για την έναρξη ή την εξακολούθηση επαγγέλματος, αποτελεί δωρεά μόνον ως προς το ποσόν που υπερβαίνει το μέτρο, το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι η παροχή του γονέα προς το τέκνο του δεν αποτελεί δωρεά, όταν είναι μέσα στα όρια που επιβάλλουν οι περιστάσεις. Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια ότι η γονική παροχή δεν προσβάλλεται «ως άστοργη» έστω και αν θίγει τη νόμιμη μοίρα, αφού, κατά τη διάταξη του άρθρου 1835 ΑΚ, σε μέμψη υπόκεινται μόνον οι δωρεές. Ως ενδεικνυόμενο από τις περιστάσεις μέτρο θεωρείται το ανάλογο με την οικονομική, κοινωνική και οικογενειακή κατάσταση του γονέα, κατά τη σύσταση της παροχής και με τις ανάγκες του τέκνου προς το οποίο γίνεται η παροχή σε σχέση με την οικονομική κατάσταση των άλλων τέκνων του (ΑΠ 23/2015, ΑΠ 500/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Γονική παροχή, που δεν έγινε για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 1509 εδ. α’ ΑΚ, αποτελεί εξ ολοκλήρου δωρεά, ως παροχή περιουσιακού στοιχείου χωρίς αντάλλαγμα, κατ’ άρθρο 496 ΑΚ (ΑΠ 1658/2012, ΑΠ 491/2009, ΕφΑθ 78/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ Βαθρακοκοίλης, ερμ. Νομ. Α-άρθρο 1509 αριθμ. 19 και 35). Εξάλλου, η τυχόν περιεχόμενη στο δωρητήριο συμβόλαιο, δήλωση του δωρητή ότι η δωρεά έχει το χαρακτήρα αυτό (δηλαδή έγινε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή για λόγους ευπρέπειας, δεν δεσμεύει το Δικαστήριο το οποίο θα κρίνει με βάση τα προταθέντα και αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, αν πράγματι η δωρεά έγινε για τους παραπάνω λόγους άσχετα με το χαρακτηρισμό, που έδωσαν σ’ αυτήν οι συμβαλλόμενοι και τα ελατήρια της ενέργειας του δωρητή. Περαιτέρω, στην περίπτωση που δεν υπάρχει κανένα περιουσιακό στοιχείο στην κληρονομιά, τότε η αξία αυτής θα προσδιορισθεί από την αξία που είχε η άστοργη δωρεά κατά το χρόνο που έγινε και το ποσοστό της νόμιμης μοίρας θα υπολογισθεί στην παραπάνω αξία (ΑΠ 1658/2012, ΑΠ 491/2009, ΑΠ 1769/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1470/2020 ΕφΘεσσαλ).

Γονική παροχή: Οι κατά το άρθρ δε 1509 ΑΚ γονικές παροχές, είτε για τη δημιουργία ή τη διατήρηση οικονομικής ή οικογενειακής αυτοτέλειας, είτε για την έναρξη ή την εξακολούθηση επαγγέλματος, αποτελούν δωρεές υποκείμενες σε μέμψη, εφόσον υπερβαίνουν το επιβαλλόμενο από τις περιστάσεις μέτρο, όπως ρητά ορίζεται στη διάταξη αυτή, ως ενδεικνυόμενο δε από τις περιστάσεις μέτρο θεωρείται το ανάλογο προς την οικονομική κατάσταση, την κοινωνική θέση του γονέα κατά τη σύσταση της παροχής και την οικογενειακή κατάσταση, δηλαδή τον αριθμό των τέκνων του, τις ηλικίες τους, τις ανάγκες του τέκνου, προς το οποίο γίνεται η παροχή, την οικονομική κατάσταση των άλλων τέκνων κλπ., δεν εξαρτάται όμως το μέτρο αυτό από την αξία της νόμιμης μοίρας του δικαιούχου ή την κληρονομική του μερίδα, ο σκοπός των οποίων είναι διαφορετικός. Απορία του τέκνου δεν απαιτείται για τη σύσταση της γονικής παροχής αλλά μόνον η συνδρομή ανάγκης με τις παραπάνω προϋποθέσεις του άρθρ 1509 ΑΚ. Αν δεν συντρέχει περίπτωση ανάγκης, τότε η παροχή έχει την έννοια δωρεάς (Βλ ΑΠ 518/2006 ΕΕΝ 74/519, Δνη 48/481, ΑΠ 89/90 ΕΕΝ 1990/591, ΑΠ 1348/88 ΕΕΝ 1989/673, ΕΑ 8560/2002 Δνη 45/574, ΕΑ 906/93 Δνη 37/1135, ΕΠειρ 576/96 Δνη 38/682, ΜΠΒολ 303/2000 ΑρχΝ 2001/519, ΜΠΘεσπρ 103/95 Αρμ 1995/1293. Β. Βαθρακοκοίλης, ΕΡΝΟΜΑΚ – Κληρονομικό Δίκαιο (Άρθρα 1710-1870), τόμ. 6α, 2009, άρθ. 1835, σ. 526-541, υποσ. 39 = sakkoulas-online). Επομένως, όταν με την αγωγή μέμψης προσβάλλεται γονική παροχή που έγινε προς μεριδούχο, κατά την έννοια του άρθρ 1509 του ΑΚ, πρέπει για να είναι ορισμένη η αγωγή αυτή, να εκτίθενται σαφώς τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει, ότι η γονική παροχή είναι δωρεά στο σύνολό της ή μερικώς, ότι δηλαδή υπερβαίνει το μέτρο, το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις. (Β. Βαθρακοκοίλης, ΕΡΝΟΜΑΚ – Κληρονομικό Δίκαιο (Άρθρα 1710-1870), τόμ. 6α, 2009, άρθ. 1835, σ. 535)