1)Η έννοια του «Εργατικού Ατυχήματος»
Η Νομοθεσία δεν ορίζει συγκεκριμένα ποια από τα ατυχήματα είναι εργατικά. Ειδικότερα, στο άρθρο 8 του ΑΝ 1846/1951 και συγκεκριμένα στην παρ. 4, η έννοια του όρου «ατύχημα» αποδίδεται με τη φράση «το εν τη εργασία ή εξ αφορμής ταύτης βίαιο συμβάν και την επαγγελματική ασθένεια».
Γενικά, ως εργατικό ατύχημα, χαρακτηρίζεται ο θάνατος ή η ανικανότητα του ασφαλισμένου για εργασία, που προκλήθηκε από ένα βίαιο περιστατικό που έγινε κατά την εκτέλεση της εργασίας, ασφαλιστέας στο ΙΚΑ , ή εξαιτίας αυτής. Σαν τέτοιο περιστατικό θεωρείται κάθε βίαιο εξωτερικό γεγονός που προκάλεσε την πάθηση ή βλάβη ή την επιδείνωση προϋπάρχουσας νόσου, εφόσον έγινε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή με αφορμή αυτή και συνδέεται με την εργασία άμεσα ή έμμεσα σε σχέση αιτίου και αποτελέσματος.
Προκειμένου να ενταχθεί ένα συμβάν στην έννοια του εργατικού ατυχήματος, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΣΕ – Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης και Συμβουλευτικής εργαζομένων, θα πρέπει να συντρέξουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
- Το συμβάν να είναι βίαιο.
- Το συμβάν να έλαβε χώρα κατά την εκτέλεση της εργασίας ή επ΄ αφορμή αυτής (π.χ. μεταφορά εργαζομένων στον τόπο της εργασίας).
- Να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του συγκεκριμένου γεγονότος και της εργασίας.
- Η πρόκληση του βίαιου συμβάντος να μην οφείλεται σε πρόθεση του εργαζομένου.
- Το συμβάν να προκαλεί αδυναμία του εργαζομένου για εργασία πέραν των τριών (3) ημερών.
2) Η ευθύνη του εργοδότη
Κατά τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου (άρθρα 914 , 922 , 298 , 300 ΑΚ ), η ευθύνη για την αποκατάσταση της ζημίας την οποία έπαθε ο μισθωτός από ατύχημα, κατά την εκτέλεση της εργασίας, βαρύνει τον υπαίτιο εργοδότη. Εάν υπαίτιος είναι αποκλειστικά ο ίδιος ο μισθωτός, ο οποίος έπαθε το ατύχημα, τότε δεν έχει αξίωση αποζημίωσης. Εάν δε είναι μερικά μόνο και ο ίδιος υπαίτιος, η αξίωσή του θα είναι μειωμένη ανάλογα. Με την εφαρμογή αυτών των διατάξεων του κοινού δικαίου, η ευθύνη του υπόχρεου καλύπτει όλη την έκταση της ζημίας του μισθωτού, δηλαδή τόσο τη θετική ζημία, όσο και το διαφυγόν κέρδος. Ωστόσο, η εργατική νομοθεσία και συγκεκριμένα ο Ν 551/1915, καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη, ανεξάρτητη από πταίσμα του ή από την τήρηση ή μη των όρων ασφαλείας, η οποία, ωστόσο, περιορίζεται σε ορισμένα πλαίσια.
Σε περίπτωση που ο παθών υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης του παθόντος είτε αυτή είναι η κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωση είτε πρόκειται για την ειδική αποζημίωση του Ν 551/1915 και μόνον αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, υποχρεούται αυτός να καταβάλει στον παθόντα τη διαφορά μεταξύ της οφειλόμενης κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των χορηγούμενων σ’ αυτόν από το ΙΚΑ παροχών.
3)Αποζημίωση εργατικού ατυχήματος
Σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, οφείλεται κατ’ αρχήν η προβλεπόμενη από το άρθρο 3 του Ν 551/1915 αποζημίωση, για την οποία η ευθύνη του εργοδότη είναι αντικειμενική, δηλαδή αυτός ευθύνεται σε καταβολή της αποζημίωσης ανεξάρτητα από την ύπαρξη πταίσματός του ή πταίσματος των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, μπορεί δε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 16 παρ. 4 του Ν 551/1915 να μειωθεί η αποζημίωση μέχρι το μισό της, μόνο όταν ο παθών επέδειξε αμέλεια, που συνίσταται, στην από μέρους του αδικαιολόγητη παράβαση των διατάξεων νόμων που θέτουν τους όρους ασφάλειας.
Πλήρης αποζημίωση, κατά το κοινό δίκαιο έχουν δικαίωμα κατά το άρθρο 16 παρ. 1 του Ν 551/1915 να ζητήσουν, ο παθών από εργατικό ατύχημα και σε περίπτωση θανάτου του, οι προσδιοριζόμενοι στο άρθρο 6 του Ν 551/1915 συγγενείς του, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων ή όταν έγινε σε εργασία ή επιχείρηση στην οποία δεν τηρήθηκαν οι παραπάνω διατάξεις για τους όρους ασφάλειας και σε αιτιώδη με αυτές συνάφεια.
Η ως άνω περιγραφόμενη αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη έχει τις εξής πρακτικές συνέπειες:
α) Εάν ο μισθωτός επιλέξει τα δικαιώματά του από το Ν 551/1915, δε χρειάζεται να επικαλεσθεί υπαιτιότητα του εργοδότη και η αποζημίωσή του θα είναι όση χορηγείται σύμφωνα με αυτό το νόμο, ανάλογα με την ανικανότητα την οποία του προκάλεσε το εργατικό ατύχημα.
β) Εάν ο μισθωτός επιλέξει τα δικαιώματά του από το κοινό δίκαιο (άρθρα 914 επ. έχει τη δυνατότητα να αξιώσει αποκατάσταση όλης της ζημίας του, αλλά θα πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει την υπαιτιότητα του εργοδότη και το μέγεθος της ζημίας του.
- Εργατικό ατύχημα ασφαλισμένου στον ΕΦΚΑ (εξαρτημένη εργασία)
Σε περίπτωση πάντως που ο παθών από εργατικό ατύχημα υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης του παθόντος είτε αυτή είναι η κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωση είτε πρόκειται για την ειδική αποζημίωση του Ν 551/1915 και μόνον αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, υποχρεούται αυτός να καταβάλει στον παθόντα τη διαφορά μεταξύ της οφειλόμενης κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των χορηγούμενων σ’ αυτόν από το ΙΚΑ παροχών.
Δόλος είναι η γνώση και η θέληση πραγματώσεως της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος.
Παγίως πλέον, η δικαστηριακή νομολογία δέχεται ότι, σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, οποιεσδήποτε και αν είναι οι συνέπειες, εφόσον ο παθών μισθωτός υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ και ως εκ τούτου δικαιούται να λάβει τις ασφαλιστικές παροχές του ΙΚΑ, απαλλάσσεται ο εργοδότης του από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται για την καταβολή εξόδων νοσηλείας, κηδείας, αποζημίωσης κ.λπ., προς αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας που υπέστη ο μισθωτός από το ατύχημα, άσχετα με το μέγεθος των παροχών της ασφάλισης. Παρά τα ανωτέρω,
παραμένει ένα ξεχωριστό ζήτημα, η χρηματική ικανοποίηση που μπορεί να ζητήσει ο μισθωτός από τον εργοδότη, λόγω του ατυχήματος που υπέστη.
Αξιώσεις χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης
Σύμφωνα με τι διατάξεις του Αστικού Κώδικα άρθρα 299 και 932, ο εργοδότης υποχρεούται σε περίπτωση που το εργατικό ατύχημα οφείλεται σε υπαιτιότητά του, πταίσμα, αμέλεια ή μη τήρηση των όρων ασφαλείας που ορίζονται από το νόμο, να καταβάλλει στον παθόντα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή για ψυχική οδύνη των μελών της οικογένειάς του.
Το ποσό της χρηματικής ικανοποίησης καθορίζεται σύμφωνα με την κρίση του Δικαστηρίου, αφού λάβει βέβαια υπόψη το μέγεθος του ατυχήματος και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβη το ατύχημα. Πάντως, σε περίπτωση μη υπαιτιότητας του εργοδότη και όταν το ατύχημα οφείλεται σε τυχαίο γεγονός ή σε αποκλειστική υπαιτιότητα του εργαζόμενου, δεν οφείλεται χρηματική ικανοποίηση.
Υπό το βάρος των κοινωνικών πιέσεων και των συνακολούθων οικονομικών συνεπειών γύρω από τα εργατικά ατυχήματα, η διεθνής πρακτική εδώ και πολλά χρόνια, ενεργοποίησε το θεσμό της ιδιωτικής ασφάλισης. Συγκεκριμένα, εισήγαγε δια νόμου ή ως θετικό πρακτικό μέτρο , την Ασφάλιση Εργοδοτικής Ευθύνης για τις Επιχειρήσεις και την Ασφάλιση Επαγγελματικής Αστικής Ευθύνης για τους Τεχνικούς Συμβούλους Ασφαλείας, στοχεύοντας με τον τρόπο αυτό στην εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης των οικονομικών συνεπειών από τα εργατικά ατυχήματα.